Συμβούλιο Οικονομίας και Ανταγωνιστικότητας Κύπρου


Με δέος, απέραντο σεβασμό και βαθιά συγκίνηση προσήλθαμε σήμερα εδώ για να αποτίσουμε τον προσήκοντα και οφειλόμενο φόρο τιμής και αναγνώρισης σε έξι πανάξια τέκνα της ηρωοτόκου κοινότητας Πέρα Ορεινής.

Κάθε χρόνο, αυτές τις ημέρες του καλοκαιριού ανοίγει διάπλατα η δραματικότερη, ίσως, σελίδα της ιστορίας του κυπριακού ελληνισμού και ξεπροβάλλουν από μέσα τα μυριάδες δεινά που υπέμεινε ο τόπος μας κατά τις εφιαλτικές ώρες του προδοτικού πραξικοπήματος και της εισβολής του 1974. Ξυπνούν μαύρες, σκοτεινές μνήμες από την προσφυγιά και το ξεριζωμό θύμησες από τις άνισες και αιματηρές μάχες των ανδρείων αγωνιστών με τον τούρκο εισβολέα αναπολήσεις από τα αγαπημένα πρόσωπα που χάθηκαν μες τη φωτιά του πολέμου αναμνήσεις από τους βομβαρδισμούς, την καταστροφή, το κλάμα, το πόνο, το φόβο, την απόγνωση που διακατείχε τους συμπολίτες μας.

Στη σελίδα όμως αυτή της ιστορίας μας, που κάθε Ιούλιο και Αύγουστο ανοίγεται, δεν είναι όλα γκρίζα, θολά και αρνητικά. Ξεχωρίζουν τα χρυσά γράμματα με τα οποία είναι ανεξίτηλα γραμμένες οι ηρωικές πράξεις των κυπρίων πατριωτών, ξυπνώντας σε όλους εμάς αισθήματα υπερηφάνειας, θαυμασμού, δέους, σεβασμού και τιμής για τους ανθρώπους εκείνους που ήταν απόλυτα συνεπείς απέναντι στην εθνική τους ευθύνη και υποχρέωση που υπερέβησαν τη λογική και τα ανθρώπινα που ενσάρκωσαν και προσωποποίησαν τα ιδεώδη του ελληνισμού.

Έντιμοι Εκπρόσωποι Κοινοβουλευτικών Κομμάτων,
Σεβαστό Ιερατείο,
Κύριε Πρόεδρε και Μέλη του Κοινοτικού Συμβουλίου Πέρα Ορεινής,
Κύριοι Κοινοτάρχες,
Τιμημένοι Συγγενείς των πεσόντων και αγνοουμένων της Κοινότητας Πέρα Ορεινής,
Κυρίες και Κύριοι,

Η κοινότητα Πέρα Ορεινής πλήρωσε βαρύ τίμημα κατά το 1974: τέσσερις συνολικά οι νεκροί και δύο οι αγνοούμενοι.

Ο 45 χρόνων Κώστας Σταυρινού Σώττου. Άνθρωπος με σπάνιο χαρακτήρα, πρότυπο οικογενειάρχη και πατέρας δύο παιδιών, του Αχιλλέα και του Παντελή. Ο Κώστας τραυματίζεται από τους τούρκους εισβολείς και αφήνει την τελευταία του πνοή από ακατάσχετη αιμορραγία. Η γυναίκα του, η κ. Λούλα, είναι αυτή που, δυστυχώς, τον εντοπίζει νεκρό σε ένα χωράφι, ενώ οι Τούρκοι δεν της επιτρέπουν να θάψει, ως αρμόζει, το άψυχο σώμα του νεκρού συζύγου της. Το «κυπαρίσσι», όπως συνήθιζαν, λόγω του ύψους του, να τον αποκαλούν, ρίζωσε από εκείνη την αποφράδα ημέρα στην καρδιά του κάθε Κύπριου πατριώτη. Πέρασε, ως ήρωας πλέον, στην πολυτάραχη ιστορία αυτού του τόπου, αφήνοντας τεράστια παρακαταθήκη και βαριά κληρονομιά στις τωρινές και μελλοντικές γενεές.

Ο 28 χρόνων λεβεντονιός Παντελής Νικολάου, το μεγαλύτερο από τα τέσσερα παιδιά της οικογένειας του Νικολή και της Ελένης. Άριστος μαθητής, υπεύθυνος άνθρωπος, μα πάνω απ’ όλα ευσυνείδητος και πιστός απέναντι στο υπέρτατο χρέος προς την πατρίδα. Αποδέχεται, λοιπόν, το μεγαλύτερο κάλεσμα της ιστορίας για τη σωτηρία της πατρίδας του, αψηφά τον κίνδυνο, βάζει την πατρίδα πάνω από όλα και σαν ατρόμητος αετός πετάει ψηλά. Εκεί που δεν υπήρχε γυρισμός, για να γραφτεί στο πάνθεον των αθανάτων. Πραγματικά σπαρακτικοί οι στίχοι που προβάλλουν μέσα από τα ποιήματα της χαροκαμένης μάνας του Παντελή, κυρίας Ελένης, που «έφυγε» με τον αβάσταχτο καημό του γιού της:
«Κάποιας μανούλας η καρκιά κτυπάει κουρασμένη. Ο πόλεμος την κτύπησε τζ’ έμεινεν πληγωμένη.
Τέσσερα φύλλα η καρκιά, όμορφα, αγαπημένα, μα ο Τούρκος εν που πέρασε τζ’ άρπαξεν της το ένα.
Τζ’ έμεινε τώρα η καρκιά για πάντα πληγωμένη. Εν η πληγή αγιάτρευτη, τίποτε δεν τη δένει.
Γαίμα θα στάζει η καρκιά σε ούλλην τη ζωή της, γιατί εν μάνας η καρκιά πόχασεν το παιδί της.»

Ο 20χρονος λεβέντης Γεώργιος Αρτεμίου Χαραλάμπους, ο οποίος κατά το μαύρο Ιούλιο του 1974 ετοιμαζόταν να παντρευτεί την αρραβωνιαστικιά του. Η ζωή, όμως, και τα όνειρα του τέθηκαν σε δεύτερη μοίρα. Ο απλοϊκός και αγνός Γιώργος υπάκουσε αυθόρμητα στη φωνή της φυλής του και έκανε πράξη την επιταγή των προγόνων του: «Μητρός τε και πατρός» και των άλλων προγόνων τιμιώτερον εστίν η πατρίς και σεμνότερον και αγιώτερον». Οι μολυβένιες ζωγραφιές στο πατρικό σπίτι του Γιώργου θα θυμίζουν πάντοτε τον ταλαντούχο νέο που προτίμησε να δώσει ότι πολυτιμότερο είχε, την ίδιά του τη ζωή, για ότι αυτός θεωρούσε πιο πολύτιμο στον κόσμο, την πατρίδα του. Καντήλι ανάβει, καθημερινώς, για σένα η μανούλα σου, η κυρία Φωτεινή. Κεριά ανάβουμε για σένα σήμερα Γιώργο, γιατί με τη θυσία σου έγινες σύμβολο λαμπρό, παράδειγμα φωτεινό για να δείχνεις σε όλους εμάς τον ένδοξο και αληθινό δρόμο της ζωής αυτό της θυσίας για χάρη της πατρίδας και το συνάνθρωπο. Χάραξες και διάβηκες μια πορεία λαμπρή, αθάνατη και αναστάσιμη, κερδίζοντας επάξια μια θέση ανάμεσα στις πιο λαμπρές και ηρωικές προσωπικότητες της ιστορίας του κυπριακού ελληνισμού.

Ο 30 χρόνων λεβέντης Χαράλαμπος Μηνά. Έφυγε για τον πόλεμο ζητώντας από τη γυναίκα του, Μαρία, μονάχα το σταυρό από τον Πανάγιο Τάφο. Και αυτό διότι μεγάλωσε με αρχές και αξίες, κάνοντας συνείδηση τα ιδανικά της θρησκείας και της πατρίδας.
«- Μην πας στον πόλεμο Χαράλαμπε, είσαι παντρεμένος… Πού θα αφήσεις την οικογένειά σου;» του έλεγαν τα αδέρφια του.
«-Θα πάω. Πρέπει να πάω. Δεν θα αφήσω τους Τούρκους να ατιμάσουν το σπίτι μου, τη γυναίκα μου, την οικογένειά μου…..».
Η μοναχοκόρη του, Ελένη, δεν τον γνώρισε ποτέ. Για πολλά χρόνια περίμενε να επιστρέψει από ένα μακρινό ταξίδι. Και είναι πράγματι μακρινό το ταξίδι προς την αιωνιότητα και την αθανασία στην οποία πέρασε ο πατέρας σου, Ελένη, όταν τα λείψανά του ανευρέθηκαν κατά το 2010 στην Κερύνεια. Πίκρα, λύπη, οργή, όπως είναι φυσικό και αναμενόμενο, κυριεύουν μέχρι και σήμερα την ψυχή σου, διότι στερήθηκες τον πατέρα σου, τον άνθρωπο που δεν θα μπορούσε σε καμία περίπτωση να αντικαταστήσει κανένας άλλος. Τον ήθελες κοντά σου σε όλες τις χαρές σου, στα επιτεύγματα και στα κατορθώματά σου. Για να σου πει, όπως ανέφερες, κάποτε, σε συνέντευξή σου: «μπράβο παιδί μου, τα κατάφερες». Δεν πρέπει όμως να λυπάσαι, πρέπει να είσαι περήφανη, διότι ο Θεός σε αξίωσε να έχεις ένα πατέρα λεβέντη, έναν πατέρα, που όπως εσύ έχεις γράψει: «η μνήμη του εν θα χαθεί, θα μείνει στις καρκιές μας, αιώνια να οδηγά τες νέες τες γενιές μας».

Σήμερα, η μνήμη μας στρέφεται, επίσης, στα αγνοούμενα παλληκάρια Ανδρέα Γιαλλουρίδη και Χριστάκη Χαραλάμπους.

Αδιευκρίνιστη παραμένει μέχρι σήμερα η τύχη του 32 χρόνων τραπεζικού Ανδρέα Γιαλλουρίδη. Μπασμένος από μικρός στα δύσκολα, καθότι σε ηλικία μόλις τεσσάρων χρόνων χάνει τη μητέρα του, δεν τον φοβερίζει ο αριθμητικά υπέρτερος Αττίλας και με προθυμία ανταποκρίνεται στο κάλεσμα για προσφορά στην πατρίδα. Κατά την εκεχειρία, η δύο μηνών τότε έγκυος γυναίκα του, Στέλλα, τριγυρνούσε μαζί με το δύο χρονών γιο της Κωνσταντίνο, αναζητώντας αγωνιωδώς τον Ανδρέα, χωρίς οποιοδήποτε θετικό αποτέλεσμα. Ο Κωνσταντίνος ελάχιστα γνώρισε τον πατέρα του. Η Αντιγόνη γεννιέται χωρίς να έχει γευτεί την πατρική αγάπη και στοργή. Ένα μεγάλο κενό, σίγουρα, πλανάται στην καρδιά και στην ψυχή των δύο αυτών παιδιών, που βαθιά πληγωμένοι, μη μπορώντας να αντέξουν την απουσία του πατέρα τους ξενιτεύονται, ακολουθώντας τα όνειρά τους. Άσβεστη, όμως, παραμένει η ελπίδα πως κάποιο πρωινό θα ανοίξει η πόρτα του σπιτιού και θα περάσει από το κατώφλι ο Ανδρέας και θα γεμίσει και πάλι γέλια και χαμόγελα το σπίτι, και θα αγαλλιάσει η ψυχή των οικιείων που ακόμα περιμένουν….

Ο 23χρονος, οικοδόμος, Χριστάκης Χαραλάμπους, το τέταρτο από τα οκτώ παιδιά του Χαράλαμπου και της Μαρούλλας, αγνοείται από την εισβολή του 1974. Ένα μεγάλο «γιατί» πλανάται στην οικογένεια του Χριστάκη: «γιατί» να έχει περάσει τόσος καιρός χωρίς οποιαδήποτε πληροφορία, χωρίς κάποια ενημέρωση. Οι γονείς του άφησαν την τελευταία τους πνοή με αυτό το τεράστιο γιατί μέσα τους. Τα αδέλφια του, ευελπιστούν πως τα γιατί, σύντομα θα απαντηθούν, πως θα διευκρινιστεί η τύχη του δικού τους ανθρώπου και θα δοθεί τέλος στο δράμα που βιώνουν εδώ και 42 χρόνια.

Τιμημένοι πεσόντες και αγνοούμενοι ήρωες της κοινότητας Πέρα Ορεινής,

Με τους αγώνες και τη θυσία σας, έχετε υπερχειλίσει το καντήλι της αγνής, ανιδιοτελούς, πατριωτικής αγάπης, μέσα στο οποίο καίει άσβεστη η φλόγα της επιστροφής στις πατρογονικές εστίες. Σαράντα – δύο χρόνια μετά το προδοτικό πραξικόπημα και τη μαύρη τουρκική εισβολή, παραδείγματα σαν τα δικά σας, επιτρέπουν σ’ εμάς να ελπίζουμε και να προσμένουμε την ελευθερία του πολύπαθου τόπου μας. Μας έχετε δείξει ότι το ελληνικό πνεύμα, το αληθινό αδούλωτο φρόνημα των ελεύθερων ανθρώπων, συσπειρώνεται και δεν υπολογίζει δυνάμεις και αριθμούς, όταν πρόκειται για την υπεράσπιση των ιερών παρακαταθηκών της φυλής μας. Μας έχετε αποδείξει ότι, τα πρόσκαιρα και τα ευτελή, υποχωρούν μπροστά στα αιώνια και στις πανανθρώπινες αξίες. Η μνήμη σας δεν θα λησμονηθεί. Το όνομά σας θα μείνει ανεξίτηλα γραμμένο στην πολυτάραχη ιστορία αυτού του τόπου. Θα αποτελείτε πάντοτε, για όλους εμάς αλλά και για τις μελλοντικές γενεές, φωτεινά παραδείγματα, πρότυπα και σύμβολα αλτρουισμού, ηρωισμού, πατριωτισμού, θάρρους και σθένους.

Κυρίες και Κύριοι,
Οι αγώνες των ηρώων μας παραμένουν μέχρι και σήμερα αδικαίωτοι. Η μνήμη τους, ωστόσο, διαρκεί και θα διαρκεί ως ασίγαστη φωνή της συλλογικής μας συνείδησης, ως φωνή εγρήγορσης στο ατομικό και συλλογικό υποσυνείδητό μας να εκπληρώσουμε το χρέος μας προς αυτούς και την πατρίδα να σταθούμε με περίσκεψη, ομοψυχία και σωφροσύνη απέναντι στην κρισιμότητα των στιγμών που διέρχεται η πατρίδα μας και να προσμετρήσουμε τις δικές μας ευθύνες και υποχρεώσεις, μακριά από λάθη και παραλείψεις του παρελθόντος, αναλαμβάνοντας το ρόλο που μας αναλογεί. Εμείς, ως Αστυνομία, έχουμε βαρύτατο καθήκον και ύψιστη υποχρέωση, ως ελάχιστο φόρο τιμής και ως δικαίωση προς τους ήρωές μας, να λειτουργούμε ως ένας ισχυρός μηχανισμός άμυνας ενάντια σε φαινόμενα οργανωμένου εγκλήματος, διαφθοράς και διαπλοκής, προάγοντας αρχές, αξίες και ιδανικά που τόση ανάγκη έχει σήμερα η κοινωνία μας και που με τον αγώνα και τη θυσία τους υπέδειξαν οι ήρωες, πεσόντες και αγνοούμενοι, τους οποίους, εκ καθήκοντος, τιμούμε σήμερα.

Αιωνία ας είναι η μνήμη και η δόξα που θα τους συνοδεύει.